Ένας πολύ συχνός λόγος επίσκεψης στον ψυχολόγο που αναστατώνει τα παιδιά, τους γονείς αλλά και τη λειτουργικότητα πολλές φορές της οικογένειας είναι η ύπαρξη φοβιών. Όλοι μας κάποια στιγμή ως παιδιά θυμόμαστε κάποια στιγμή τον εαυτό μας λίγο ως πολύ να φοβόμαστε, ανάλογα με την ηλικία μας, κάτι το οποίο ενώ όλοι οι υπόλοιποι γύρω μας διαβεβαίωναν ότι δεν είναι λόγος φόβου αλλά εμείς εκεί σα να είμαστε καθηλωμένοι στη σκέψη αυτή πολλές φορές να παραλύουμε μόνο και μόνο στη σκέψη του. Για άλλους τα σκυλιά, το σκοτάδι, τα φαντάσματα, τα ύψη, ο γέρος, τα έντομα, ο θάνατος (κυρίως των γονιών μας) και πολλά άλλα που κυριολεκτικά λίγο ως πολύ μας επηρέαζαν την καθημερινότητα και για κάποιους από μας την έκαναν πολλές φορές ανυπόφορη.
Τι είναι όμως αυτό που απλά έχουμε συνηθίσει να αναφέρουμε με τον όρο φοβία; Η φοβία λοιπόν είναι ο έντονος και επίμονος φόβος, ο οποίος είναι υπερβολικός και παράλογος (αυτός είναι και ο διαχωρισμός από το απλό συναίσθημα του φόβου στο οποίο υπάρχει λογική εξήγηση στο γιατί το άτομο φοβάται) και προκαλείται από την παρουσία ή απλά τη σκέψη ενός αντικειμένου ή μιας κατάστασης όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Η επαφή μας λοιπόν με αυτή την κατάσταση ή το αντικείμενο προκαλεί σχεδόν πάντα μια αντίδραση άγχους το οποίο στα παιδιά εκδηλώνεται κυρίως με κλάμα και νευρικότητα. Ενώ όμως το άτομο που υποφέρει από μια φοβία αναγνωρίζει ότι είναι παράλογος ο φόβος του δεν μπορεί να τον ελέγξει και γι αυτό προσπαθεί αγωνιωδώς να αποφύγει αυτή τη φοβική κατάσταση. Ωστόσο, αν δε μπορεί να την αποφύγει τη βιώνει με έντονο άγχος και δυσφορία. Είναι τόση η επίδραση των φοβιών στην καθημερινότητα του ατόμου που πάσχει που πολλές φορές την κάνει μη λειτουργική. Μπορεί λοιπόν ένα παιδί που υποφέρει από φοβίες στην προσπάθειά του να αποφύγει το ερέθισμα που το προκαλεί φόβο να μην μπορεί, ανάλογα με το περιεχόμενο της φοβίας, να παρακολουθήσει απλές δραστηριότητες όπως το σχολείο, να απολαύσει το παιχνίδι στην παιδική χαρά, να μην μπορεί να κοιμηθεί κ.ά. Οι πιο συνηθισμένες φοβίες στα παιδιά αφορούν τα ύψη, το σκοτάδι, τα φαντάσματα, τους δυνατούς θορύβους, το ζώα, τα έντομα αλλά και το θάνατο των γονιών του.
Τα παιδιά που υποφέρουν λοιπόν από φοβίες στη σκέψη και μόνο ότι θα έρθουν με κάποιο τρόπο σε επαφή με το αντικείμενο ή την κατάσταση που τους προκαλεί φόβο παραλύουν αφού σκέφτονται συνέχεια σαν πραγματικότητα τι θα μπορούσε να τους συμβεί αν αντιμετωπίσουν το αντικείμενο του φόβου τους. Έτσι αποφεύγουν και την παραμικρή πολλές φορές πιθανότητα να έρθουν σε επαφή με το φόβο τους. Άλλες φορές μάλιστα δημιουργούν και ολόκληρο σενάριο για να αποφύγουν αυτό που φοβούνται. Όπως για παράδειγμα ένα παιδί που μπορεί αν φοβάται τα σκυλιά μπορεί να αλλάξει εντελώς τη διαδρομή του και πολλές φορές να την κάνει εξαντλητική για τον εαυτό του στη σκέψη και μόνο ότι μπορεί να έρθει σε επαφή με κάποιο σκύλο που μπορεί να βρίσκεται στο σύντομο δρόμο για το σπίτι του.
Σε κάθε περίπτωση όλοι μας έχουμε μικρές ή μεγάλες φοβίες οι οποίες αποτελούν μικρό ή μεγαλύτερο μέρος της καθημερινότητάς μας. Η κάθε φοβία όμως μπορεί να έχει διαφορετική αιτιολογία σε κάθε άνθρωπο. Από μια απλή άσχημη εμπειρία με κάποια κατάσταση όπως το δάγκωμα ενός σκύλου που μπορεί να προκαλέσει φοβία για τους σκύλους μέχρι και μια σειρά συναισθηματικών δυσκολιών που μπορεί να αντιμετωπίζει το παιδί και έρχονται στην επιφάνεια με τη μορφή της φοβίας. Ωστόσο, όταν αντιληφθούμε ότι το παιδί μας διακατέχετε από έναν τόσο αδικαιολόγητο φόβο ο οποίος το εμποδίζει να είναι λειτουργικό και να είναι χαρούμενο στην καθημερινότητά του θα πρέπει να επισκεφθούμε κάποιον ειδικό ο οποίος θα συμβουλεύσει επαρκώς τους γονείς για την αιτιολογία του φόβου αλλά και για τον τρόπο αντιμετώπισης του. Και αυτό γιατί πολλές φορές οι γονείς στην προσπάθειά τους να αποδείξουν στα παιδιά ότι ο φόβος του είναι παράλογος τους κατακλύζουν με πιο έντονα και επώδυνα συναισθήματα τα οποία είναι πολύ πιθανόν αντί να ελαττώσουν τη φοβία να την σταθεροποιήσουν ή και να την διαιωνίσουν.